Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Ιανουαρίου 4, 2012
Δριμύ κατηγορώ του κ. Π. Βασιλειάδη, ιδρυτή της ομώνυμης πλεκτοβιομηχανίας και ιδιοκτήτη των εταιρειών Σ.ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ Α.Ε και ΤΕΞΤΙΛΙΑ Α.Ε.
«Άφησε στο δρόμο 750 εργαζόμενους και με οδήγησε σε οικονομικό μαρασμό»
Την Eurobank κατηγορεί ο ιδρυτής της πλεκτοβιομηχανίας Π. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ Α.Ε και ιδιοκτήτης των εταιριών Σ.ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ Α.Ε και ΤΕΧΤΙΛΙΑ Α.Ε. ως τον «καταστροφέα» των επιχειρήσεών του και την τράπεζα που οδήγησε στην ανεργία 750 εργαζόμενους και τον ίδιο σε οικονομικό αφανισμό.
Ο κ. Π. Βασιλειάδης, εκ των μεγαλυτέρων και πιο σημαντικών αυτοδημιούργητων επιχειρηματιών στη χώρα μας , του οποίου η πλεκτοβιομηχανία μεγαλούργησε στην τριακονταετία 1966-1996, βρίσκεται σήμερα «επί ξύλου κρεμάμενος».
Οι επιχειρήσεις του έκλεισαν εξαιτίας, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, της «ανάλγητης» στάσης που τήρησε η Eurobank απέναντί του, η οποία ανέλαβε «κάτω από ανορθόδοξες διαδικασίες» την εκκαθάριση. Ο κ. Βασιλειάδης υποστηρίζει ότι η τράπεζα πήρε την εκκαθάριση «παραπλανώντας το δικαστήριο» στο οποίο προσεκόμισε ψευδή στοιχεία και κυρίως προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι εισέπραξε από την Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ 21.500 ευρώ από την πώληση μηχανημάτων, αντί του πραγματικού ποσού των 460.000 ευρώ που κατέβαλε η εταιρεία.
Τα όσα καταγγέλει με υπόμνημά του στον εισαγγελέα ο κ. Βασιλειάδης είναι χαρακτηριστικά του τρόπου λειτουργίας μέρους του τραπεζικού συστήματος, όπως ο ίδιος το περιγράφει και των μεθόδων στις οποίες κατέφυγε η συγκεκριμένη τράπεζα προκειμένου να κατοχυρώσει τα όποια συμφέροντά της, «μην υπολογίζοντας τα συμφέροντα και τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου».
Είναι χαρακτηριστικό ότι για συνολικό εκταμιευθέν ποσό1.573.484,05 ευρώ που έλαβε από την τράπεζα η Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
κατέβαλε 3.792.635,ο4 ευρώ η Eurobank ζητά συνολικά πάνω από 10 εκατ. ευρώ. Ο «Κόσμος Σαββατοκύριακο» προχωρά στην δημοσίευση των καταγγελιών του κ. Βασιλειάδη αφενός μεν να γίνουν γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ανθούσες κάποτε επιχειρήσεις «έσβησαν» και εκατοντάδες άνθρωποι έμειναν στον δρόμο και αφετέρου να ευαισθητοποιήσει τους ιθύνοντες μήπως και βρεθεί η «χρυσή τομή» και «βάλουν μπρος » και πάλι οι μηχανές της πλεκτοβιομηχανίας Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ.
Προβληματικές
«Η πρώτη κακιά στιγμή για την επιχείρηση μας, αναφέρει ο κ. Βασιλειάδης, ήρθε το 1983 όταν αγοράσαμε το οικόπεδο για να αναγείρουμε το εργοστάσιο στον Ταύρο.
Ο τότε δήμαρχος για προσωπικούς λόγους εκδίκησης θέλησε να το χαρακτηρίσει πράσινο και μας έβαλε σε μια πενταετή περιπέτεια ζημιώνοντας την επιχείρηση πάνω από τρία εκατομμύρια ευρώ. (Αλλά στο τέλος δικαιωθήκαμε)
Οι προοπτικές ήταν πολύ καλές και θέλοντας να καθετοποιήσουμε την παραγωγή μας το 1992 αγοράσαμε τις προβληματικές επιχειρήσεις από τον Ο.Α.Ε. Σ. ΜΙΜΑΗΛΙΔΗ Α.Ε. και ΤΕΞΤΙΛΙΑ Α.Ε. μετά από πλειοδοτικό διαγωνισμό που διενέργησε ο Ο.Α.Ε. και πλειοδοτήσαμε εμείς. Τα χρήματα ήταν πολλά και δεν τα είχαμε όλα μετρητά γι’ αυτό πήγα στην τράπεζα Εργασίας που συνεργαζόμουν αποκλειστικά και πήρα τρία εκατομμύρια δάνειο και εξόφλησα τον Ο.Α.Ε. και την Εθνική τράπεζα που ήταν μέτοχος των προβληματικών επιχειρήσεων που αγοράσαμε.
Εδώ ξεκινά το δεύτερο μεγάλο πλήγμα για την εταιρεία μας. Για τις δυο χρονιές 1980-81 η ΦΑΒΕ έβγαλε 250 εκατομμύρια δραχμές φόρους δηλαδή 750.000 χιλιάδες ευρώ. Βέβαια εμάς δεν μας απασχολούσε το θέμα γιατί εμείς αγοράσαμε το ενεργητικό των εταιρειών. Το παθητικό το διέγραψαν στο εφετείο και η δική μας υποχρέωση ξεκινά από την ημέρα που αγοράσαμε τις εταιρείες.
Αυτό το γεγονός μου έδωσε την ιδέα να πω στον λογιστή να κάνει αίτηση στην ΦΑΒΕ να έρθουν να ελέγξουν και τις υπόλοιπες χρονιές, προκειμένου να πετάξουμε όλη αυτή τη σαβούρα δώδεκα ετών. Μετά από λίγες ημέρες ήρθαν από την ΦΑΒΕ και με συνοπτικές διαδικασίες έβγαλαν έξι εκατομμύρια φόρους συνολικά.
Μαρτύριο
Εδώ αρχίζει το μαρτύριο. Όταν πλέον ήταν έτοιμα τα εργοστάσια να ξεκινήσουν την παραγωγή και αφού είχαμε προσλάβει το λιγότερο αναγκαίο προσωπικό 450 εργαζόμενους με σκοπό την σταδιακή αύξηση της παραγωγής και κατά συνέπεια και των εργαζομένων πήγε ο λογιστής να θεωρήσει βιβλία και στοιχεία, και τότε ακούσαμε το πρωτάκουστο ότι δεν μπορούν να μας θεωρήσουν τα βιβλία γιατί χρωστάμε 6.000.000 εκατομμύρια ευρώ.
Δεν πίστευα ποτέ ότι μια συμφωνία που έκανα με το κράτος δεν θα ήταν σεβαστή. Κατόρθωσα να κρατήσω τις τρείς εταιρείες σε λειτουργία μέχρι το 1999 δηλαδή οκτώ ολόκληρα χρόνια και να έχω πληρώσει πάνω από 100.000.000 ευρώ εργατικά.
Δεν μπορέσαμε να συνεχίσουμε κυρίως λόγω της κρίσης που περνούσε η κλωστοϋφαντουργία και γιατί εγώ έτρεχα πίσω από προέδρους και γραμματείς υπουργείων για να λύσω το πρόβλημα για το οποίο δεν έχω καμία ευθύνη.
Όλη αυτή η κατάσταση είχε σαν συνέπεια να μην μπορώ να είμαι συνεπής προς την τράπεζα για την πληρωμή του δανείου και το ΙΚΑ και μετά με την εφορεία. Το ΙΚΑ έκανε κατάσχεση το εργοστάσιο της Σ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ και το έβγαλε σε πλειστηριασμό το 1999 και το πήρε η τράπεζα Εργασίας 7.500.000 εκ. Οι δυο εταιρείες Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ Α.Ε. και η Σ.ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ πτώχευσαν, αλλά αποζημίωσαν όλο το προσωπικό καταβάλλοντας 2.500.000 ευρώ.
Οι οφειλές των εταιρειών ουσιαστικά ήταν μόνο στο ΙΚΑ.
Η Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ Α.Ε. πτώχευσε στις 16-9-1999 και έκανε συμβιβασμό στις 14-6-2000. Το ποσοστό του συμβιβασμού ήταν 15% και η τράπεζα δεν πήρε μέρος στον συμβιβασμό γιατί είχε προσημειώσεις σε διάφορα ακίνητα.
Ήταν μια καλή εξέλιξη για την εταιρεία, μας δόθηκε ο χρόνος που θέλαμε με τον συμβιβασμό και με περισσότερη πεποίθηση και σιγουριά ζητήσαμε από την διοίκηση της τράπεζας να μισθώσουμε το ακίνητο της ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ που πήρε στον πλειστηριασμό την εταιρεία ΤΕΞΤΙΛΙΑ και να αρχίσουμε πάλι την παραγωγή βέβαια με πολύ λιγότερα άτομα.
Η διοίκηση της τράπεζας έκανε δεκτό το αίτημα μας και μας μίσθωσε το ακίνητο. Έτσι ξανά προσλάβαμε 130 εργαζόμενους από αυτούς που απολύσαμε και ξεκινήσαμε την παραγωγή. Μπήκαμε στον δρόμο της εξυγίανσης αρχίσαμε να πληρώνουμε τις δόσεις του συμβιβασμού στο ΙΚΑ και στην τράπεζα και το μέλλον φαινόταν πολύ καλύτερο.
Ώσπου ήρθε η τρίτη και η χειρότερη κακιά στιγμή για την εταιρεία μας. Μόλις αγόρασε την τράπεζα Εργασίας η Eurobank, μας έκλεισε τους λογαριασμούς των εταιρειών και ξεκίνησε αγωγές διαταγές πληρωμών και μετά πλειστηριασμούς χωρίς καν να το συζητήσει μαζί μας. Μεγάλη Τετάρτη μας έστειλαν πρόγραμμα πλειστηριασμού για το σπίτι μου στην Βουλιαγμένη.
Μετά από αυτήν την εξέλιξη και με την απειλή των πλειστηριασμών μου πρότειναν να κάνουμε μια συμφωνία να τους δώσω έξι εκατομμύρια σε εννέα χρόνια για την εξόφληση και των τριών εταιρειών.
Εγώ δεν είχα άλλη επιλογή και την αποδέχτηκα και το 2003 υπογράψαμε την σύμβαση. Η δόση ήταν πολύ μεγάλη (70.000 χιλιάδες τον μήνα) και ήταν πολύ δύσκολο να είμαι απόλυτα συνεπής.
Μέχρι σήμερα μετά την συμφωνία που κάναμε με την τράπεζα πλήρωσα περίπου 2.000.000 εκατομμύρια, ενώ η τράπεζα έβγαλε σε πλειστηριασμό εξοχικό μου σπίτι στη Βραυρώνα .
Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι προσκομίζοντας ψευδή στοιχεία στο δικαστήριο κατόρθωσε να πάρει την εκκαθάριση, οδηγώντας εργαζόμενους στην ανεργία και την επιχείρηση στο «λουκέτο». Σε αυτό το εργοστάσιο δούλευαν 300 εργαζόμενοι και άλλοι τόσοι εξωτερικοί συνεργάτες και ζούσαν τις οικογένειες τους.
Έχουν περάσει τριάντα μήνες από τότε και το θέμα με την τράπεζα βρίσκεται στο ίδιο σημείο. Έχουν 14.000.000 εκ ευρώ επί τριάμιση χρόνια άτοκα και δεν έχουν κανένα λόγο να βιάζονται. Εμένα μου έδωσαν με την σύμβαση 487-30-11-1988 μόνον 409.418,19 ευρώ και από τον πρώτο χρόνο σταδιακά σε τέσσερα χρόνια τους έδωσα 1.158.234,01 ευρώ και απαιτούν μέχρι άλλα 5.246.404,75 δηλαδή σε επτά χρόνια ζητούν 14 φορές το κεφάλαιο».
Στο εργοστάσιο δούλευαν 300 εργαζόμενοι και άλλοι τόσοι εξωτερικοί συνεργάτες και ζούσαν τις οικογένειες τους
Εφημερίδα ΚΟΣΜΟΣ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ
«Άφησε στο δρόμο 750 εργαζόμενους και με οδήγησε σε οικονομικό μαρασμό»
Την Eurobank κατηγορεί ο ιδρυτής της πλεκτοβιομηχανίας Π. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ Α.Ε και ιδιοκτήτης των εταιριών Σ.ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ Α.Ε και ΤΕΧΤΙΛΙΑ Α.Ε. ως τον «καταστροφέα» των επιχειρήσεών του και την τράπεζα που οδήγησε στην ανεργία 750 εργαζόμενους και τον ίδιο σε οικονομικό αφανισμό.
Ο κ. Π. Βασιλειάδης, εκ των μεγαλυτέρων και πιο σημαντικών αυτοδημιούργητων επιχειρηματιών στη χώρα μας , του οποίου η πλεκτοβιομηχανία μεγαλούργησε στην τριακονταετία 1966-1996, βρίσκεται σήμερα «επί ξύλου κρεμάμενος».
Οι επιχειρήσεις του έκλεισαν εξαιτίας, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, της «ανάλγητης» στάσης που τήρησε η Eurobank απέναντί του, η οποία ανέλαβε «κάτω από ανορθόδοξες διαδικασίες» την εκκαθάριση. Ο κ. Βασιλειάδης υποστηρίζει ότι η τράπεζα πήρε την εκκαθάριση «παραπλανώντας το δικαστήριο» στο οποίο προσεκόμισε ψευδή στοιχεία και κυρίως προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι εισέπραξε από την Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ 21.500 ευρώ από την πώληση μηχανημάτων, αντί του πραγματικού ποσού των 460.000 ευρώ που κατέβαλε η εταιρεία.
Τα όσα καταγγέλει με υπόμνημά του στον εισαγγελέα ο κ. Βασιλειάδης είναι χαρακτηριστικά του τρόπου λειτουργίας μέρους του τραπεζικού συστήματος, όπως ο ίδιος το περιγράφει και των μεθόδων στις οποίες κατέφυγε η συγκεκριμένη τράπεζα προκειμένου να κατοχυρώσει τα όποια συμφέροντά της, «μην υπολογίζοντας τα συμφέροντα και τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου».
Είναι χαρακτηριστικό ότι για συνολικό εκταμιευθέν ποσό1.573.484,05 ευρώ που έλαβε από την τράπεζα η Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
κατέβαλε 3.792.635,ο4 ευρώ η Eurobank ζητά συνολικά πάνω από 10 εκατ. ευρώ. Ο «Κόσμος Σαββατοκύριακο» προχωρά στην δημοσίευση των καταγγελιών του κ. Βασιλειάδη αφενός μεν να γίνουν γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ανθούσες κάποτε επιχειρήσεις «έσβησαν» και εκατοντάδες άνθρωποι έμειναν στον δρόμο και αφετέρου να ευαισθητοποιήσει τους ιθύνοντες μήπως και βρεθεί η «χρυσή τομή» και «βάλουν μπρος » και πάλι οι μηχανές της πλεκτοβιομηχανίας Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ.
Προβληματικές
«Η πρώτη κακιά στιγμή για την επιχείρηση μας, αναφέρει ο κ. Βασιλειάδης, ήρθε το 1983 όταν αγοράσαμε το οικόπεδο για να αναγείρουμε το εργοστάσιο στον Ταύρο.
Ο τότε δήμαρχος για προσωπικούς λόγους εκδίκησης θέλησε να το χαρακτηρίσει πράσινο και μας έβαλε σε μια πενταετή περιπέτεια ζημιώνοντας την επιχείρηση πάνω από τρία εκατομμύρια ευρώ. (Αλλά στο τέλος δικαιωθήκαμε)
Οι προοπτικές ήταν πολύ καλές και θέλοντας να καθετοποιήσουμε την παραγωγή μας το 1992 αγοράσαμε τις προβληματικές επιχειρήσεις από τον Ο.Α.Ε. Σ. ΜΙΜΑΗΛΙΔΗ Α.Ε. και ΤΕΞΤΙΛΙΑ Α.Ε. μετά από πλειοδοτικό διαγωνισμό που διενέργησε ο Ο.Α.Ε. και πλειοδοτήσαμε εμείς. Τα χρήματα ήταν πολλά και δεν τα είχαμε όλα μετρητά γι’ αυτό πήγα στην τράπεζα Εργασίας που συνεργαζόμουν αποκλειστικά και πήρα τρία εκατομμύρια δάνειο και εξόφλησα τον Ο.Α.Ε. και την Εθνική τράπεζα που ήταν μέτοχος των προβληματικών επιχειρήσεων που αγοράσαμε.
Εδώ ξεκινά το δεύτερο μεγάλο πλήγμα για την εταιρεία μας. Για τις δυο χρονιές 1980-81 η ΦΑΒΕ έβγαλε 250 εκατομμύρια δραχμές φόρους δηλαδή 750.000 χιλιάδες ευρώ. Βέβαια εμάς δεν μας απασχολούσε το θέμα γιατί εμείς αγοράσαμε το ενεργητικό των εταιρειών. Το παθητικό το διέγραψαν στο εφετείο και η δική μας υποχρέωση ξεκινά από την ημέρα που αγοράσαμε τις εταιρείες.
Αυτό το γεγονός μου έδωσε την ιδέα να πω στον λογιστή να κάνει αίτηση στην ΦΑΒΕ να έρθουν να ελέγξουν και τις υπόλοιπες χρονιές, προκειμένου να πετάξουμε όλη αυτή τη σαβούρα δώδεκα ετών. Μετά από λίγες ημέρες ήρθαν από την ΦΑΒΕ και με συνοπτικές διαδικασίες έβγαλαν έξι εκατομμύρια φόρους συνολικά.
Μαρτύριο
Εδώ αρχίζει το μαρτύριο. Όταν πλέον ήταν έτοιμα τα εργοστάσια να ξεκινήσουν την παραγωγή και αφού είχαμε προσλάβει το λιγότερο αναγκαίο προσωπικό 450 εργαζόμενους με σκοπό την σταδιακή αύξηση της παραγωγής και κατά συνέπεια και των εργαζομένων πήγε ο λογιστής να θεωρήσει βιβλία και στοιχεία, και τότε ακούσαμε το πρωτάκουστο ότι δεν μπορούν να μας θεωρήσουν τα βιβλία γιατί χρωστάμε 6.000.000 εκατομμύρια ευρώ.
Δεν πίστευα ποτέ ότι μια συμφωνία που έκανα με το κράτος δεν θα ήταν σεβαστή. Κατόρθωσα να κρατήσω τις τρείς εταιρείες σε λειτουργία μέχρι το 1999 δηλαδή οκτώ ολόκληρα χρόνια και να έχω πληρώσει πάνω από 100.000.000 ευρώ εργατικά.
Δεν μπορέσαμε να συνεχίσουμε κυρίως λόγω της κρίσης που περνούσε η κλωστοϋφαντουργία και γιατί εγώ έτρεχα πίσω από προέδρους και γραμματείς υπουργείων για να λύσω το πρόβλημα για το οποίο δεν έχω καμία ευθύνη.
Όλη αυτή η κατάσταση είχε σαν συνέπεια να μην μπορώ να είμαι συνεπής προς την τράπεζα για την πληρωμή του δανείου και το ΙΚΑ και μετά με την εφορεία. Το ΙΚΑ έκανε κατάσχεση το εργοστάσιο της Σ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ και το έβγαλε σε πλειστηριασμό το 1999 και το πήρε η τράπεζα Εργασίας 7.500.000 εκ. Οι δυο εταιρείες Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ Α.Ε. και η Σ.ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ πτώχευσαν, αλλά αποζημίωσαν όλο το προσωπικό καταβάλλοντας 2.500.000 ευρώ.
Οι οφειλές των εταιρειών ουσιαστικά ήταν μόνο στο ΙΚΑ.
Η Π.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ Α.Ε. πτώχευσε στις 16-9-1999 και έκανε συμβιβασμό στις 14-6-2000. Το ποσοστό του συμβιβασμού ήταν 15% και η τράπεζα δεν πήρε μέρος στον συμβιβασμό γιατί είχε προσημειώσεις σε διάφορα ακίνητα.
Ήταν μια καλή εξέλιξη για την εταιρεία, μας δόθηκε ο χρόνος που θέλαμε με τον συμβιβασμό και με περισσότερη πεποίθηση και σιγουριά ζητήσαμε από την διοίκηση της τράπεζας να μισθώσουμε το ακίνητο της ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ που πήρε στον πλειστηριασμό την εταιρεία ΤΕΞΤΙΛΙΑ και να αρχίσουμε πάλι την παραγωγή βέβαια με πολύ λιγότερα άτομα.
Η διοίκηση της τράπεζας έκανε δεκτό το αίτημα μας και μας μίσθωσε το ακίνητο. Έτσι ξανά προσλάβαμε 130 εργαζόμενους από αυτούς που απολύσαμε και ξεκινήσαμε την παραγωγή. Μπήκαμε στον δρόμο της εξυγίανσης αρχίσαμε να πληρώνουμε τις δόσεις του συμβιβασμού στο ΙΚΑ και στην τράπεζα και το μέλλον φαινόταν πολύ καλύτερο.
Ώσπου ήρθε η τρίτη και η χειρότερη κακιά στιγμή για την εταιρεία μας. Μόλις αγόρασε την τράπεζα Εργασίας η Eurobank, μας έκλεισε τους λογαριασμούς των εταιρειών και ξεκίνησε αγωγές διαταγές πληρωμών και μετά πλειστηριασμούς χωρίς καν να το συζητήσει μαζί μας. Μεγάλη Τετάρτη μας έστειλαν πρόγραμμα πλειστηριασμού για το σπίτι μου στην Βουλιαγμένη.
Μετά από αυτήν την εξέλιξη και με την απειλή των πλειστηριασμών μου πρότειναν να κάνουμε μια συμφωνία να τους δώσω έξι εκατομμύρια σε εννέα χρόνια για την εξόφληση και των τριών εταιρειών.
Εγώ δεν είχα άλλη επιλογή και την αποδέχτηκα και το 2003 υπογράψαμε την σύμβαση. Η δόση ήταν πολύ μεγάλη (70.000 χιλιάδες τον μήνα) και ήταν πολύ δύσκολο να είμαι απόλυτα συνεπής.
Μέχρι σήμερα μετά την συμφωνία που κάναμε με την τράπεζα πλήρωσα περίπου 2.000.000 εκατομμύρια, ενώ η τράπεζα έβγαλε σε πλειστηριασμό εξοχικό μου σπίτι στη Βραυρώνα .
Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι προσκομίζοντας ψευδή στοιχεία στο δικαστήριο κατόρθωσε να πάρει την εκκαθάριση, οδηγώντας εργαζόμενους στην ανεργία και την επιχείρηση στο «λουκέτο». Σε αυτό το εργοστάσιο δούλευαν 300 εργαζόμενοι και άλλοι τόσοι εξωτερικοί συνεργάτες και ζούσαν τις οικογένειες τους.
Έχουν περάσει τριάντα μήνες από τότε και το θέμα με την τράπεζα βρίσκεται στο ίδιο σημείο. Έχουν 14.000.000 εκ ευρώ επί τριάμιση χρόνια άτοκα και δεν έχουν κανένα λόγο να βιάζονται. Εμένα μου έδωσαν με την σύμβαση 487-30-11-1988 μόνον 409.418,19 ευρώ και από τον πρώτο χρόνο σταδιακά σε τέσσερα χρόνια τους έδωσα 1.158.234,01 ευρώ και απαιτούν μέχρι άλλα 5.246.404,75 δηλαδή σε επτά χρόνια ζητούν 14 φορές το κεφάλαιο».
Στο εργοστάσιο δούλευαν 300 εργαζόμενοι και άλλοι τόσοι εξωτερικοί συνεργάτες και ζούσαν τις οικογένειες τους
Εφημερίδα ΚΟΣΜΟΣ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου